2020.06.11 ΓΙΑ ΤΗΝ αυριανή ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ με τον υπουργό ως «συνεισφορά στην επιχειρηματολογία»

11 Ιουνίου 2020

ΓΙΑ ΤΗΝ αυριανή ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ με τον υπουργό ως «συνεισφορά στην επιχειρηματολογία»
Στην πρόσφατη συνάντηση των νέων συναδέλφων με την Διοίκηση είναι η δεύτερη φορά
που ειπώθηκε η φράση .... «Καλά όταν μπαίνατε δεν ξέρατε πόσα θα παίρνατε;» ... είναι
ξεκάθαρο ότι με αυτόν τον τρόπο επιχειρείται να συγκαλυφθούν κάπως χοντροκομμένα οι
σημαντικές ευθύνες του πολιτικού συστήματος που έφερε τους νεοδιόριστους καταρτισμένους
επιστήμονες αντιμέτωπους με άδικες συνθήκες εργασίας.
Γνωρίζοντας ότι οι επαγγελματικές προοπτικές στη χώρα μας είναι περιορισμένες και
αβέβαιες η διοίκηση προσπαθεί να τους πείσει ότι πρέπει να είναι και ευχαριστημένοι που
βολεύτηκαν στο δημόσιο και να αποδεχτούν ότι οι ανισότητες που υφίστανται είναι το τίμημα για
την απόφασή τους να αποδεχθούν αυτές τις θέσεις.


Ο αντίλογος σε αυτό το κατά τα άλλα «πιασάρικο» επιχείρημα είναι πλούσιος :
1) Η υποτίμηση του κλάδου και των υπηρεσιών μας είναι μία πολύχρονη κατάσταση που ξεκίνησε
με τις σημαντικές μειώσεις που υπέστησαν οι συνάδελφοι από το 2011 και έπειτα. Ενώ το
περιβάλλον εργασίας γίνεται ολοένα και πιο απαιτητικό και ενώ την τελευταία 25ετία το
υπουργείο οικονομικών μέσω διαγωνισμών του ΑΣΕΠ επένδυσε σε υψηλά καταρτισμένο
προσωπικό, συστηματικά χειροτέρευαν οι όροι αμοιβής και εργασίας τη στιγμή που οι
οικονομικές υποχρεώσεις παρέμειναν σταθερά υψηλές. Οι συνάδελφοι λοιπόν που διορίστηκαν
πριν το 2011 επίσης γνώριζαν πόσα θα έπαιρναν.

 
 

2
2) Ακόμη χειρότερα, οι συνάδελφοι που εμπιστεύτηκαν το ΤΠ&Δ και πήραν δάνειο με βάση τα
εισοδήματα που λάμβαναν πριν τις μεγάλες περικοπές, εγκλωβίστηκαν σε ιδιαίτερα δυσμενείς
όρους αποπληρωμής. Ο εργοδότης που σε αυτή την περίπτωση είναι ο δανειστής μονομερώς
μείωσε τους μισθούς αρνούμενος όμως να αναπροσαρμόσει τη μηνιαία δόση του δανείου π.χ.
μέσω της μείωσης των υψηλών για την εποχή επιτοκίων (έως 6% ενώ στην αγορά έχουν σχεδόν
μηδενίσει τα έντοκα γραμμάτια). Και αυτοί οι συνάδελφοι δεν “γνώριζαν πόσα θα έπαιρναν”;
3) Την τελευταία δεκαετία το φαινόμενο του brain drain έχει πάρει τόσο ανησυχητικές διαστάσεις,
που ο ίδιος ο πρωθυπουργός της χώρας επανειλημμένα καλεί τους νέους επιστήμονες να
παραμείνουν στη χώρα και να αγωνιστούν για καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Παράλληλα οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών σχεδιάζουν επιδοτούμενα προγράμματα
απασχόλησης με ιδιαίτερα υψηλές αμοιβές για την προσέλκυση των επιστημόνων που έχουν ήδη
φύγει.
Επομένως σύμφωνα με την προτροπή του πρωθυπουργού οι υψηλά καταρτισμένοι εργαζόμενοι
θα πρέπει να αγωνιστούν για τις καλύτερες αμοιβές που υπόσχονται σε όσους επιστήμονες
επιστρέφουν στη χώρα μας. Ιδίως δε τώρα που οι οικονομικές υποχρεώσεις που δημιούργησε η
εκπαίδευση στη ΦΟ.Τ.Α. για πρώτη φορά στην ιστορία της ΑΑΔΕ οδήγησε σε οικονομική
εξάντληση των νέων συναδέλφων.
4) Με την ίδρυση της ΑΑΔΕ έγιναν γνωστές σε όλους (παλιούς και νέους) οι διακηρύξεις του
οργανισμού για δημιουργία ελκυστικού εργασιακού περιβάλλοντος. Σύμφωνα με αυτές η ΑΑΔΕ
πρόκειται να γίνει πόλος έλξης για τους εργαζόμενους προσφέροντας ίσες ευκαιρίες εξέλιξης
εξειδικευμένη εκπαίδευση διαφανείς διαδικασίες επαγγελματικής ανέλιξης και άλλα πολλά που
όμως δεν έχουν γίνει (ακόμα) πράξη. οι παραιτήσεις των ελεγκτών και των νέων συναδέλφων
πριν καν οι τελευταίοι τοποθετούν σε οργανικές θέσεις αποδεικνύουν ότι ενώ συνεχώς
αυξάνονται οι υποχρεώσεις οι ευθύνες και οι κίνδυνοι της δουλειάς μας οι ελλείψεις σε υποδομές
διοικητική υποστήριξη αλλά και οι χαμηλές αμοιβές παραμένουν και διαιωνίζονται.
5) Ιστορικά να θυμίσουμε ότι τα τελευταία χρόνια και ιδίως μετά την ανάληψη του συστήματος
προσλήψεων από τον ΑΣΕΠ, στο δημόσιο διορίζονται επιστήμονες όπου τα κριτήρια πρόσληψης
(βαθμολογία, εξετάσεις, μεταπτυχιακά, εμπειρία) έχουν ένα πολύ υψηλό επίπεδο από τον μέσο
όρο. Οπότε υπό αυτή την έννοια δικαιούνται να διεκδικούν αντίστοιχες και οπωσδήποτε
αξιοπρεπείς αμοιβές, μακριά από τον μισθό του ανειδίκευτου, καθώς το έργο που εν δυνάμει
μπορούν να παράγουν θα είναι αντίστοιχα υψηλό όταν βεβαίως αξιοποιηθεί αποτελεσματικά από
τη διοίκηση.
Η ουσιαστική λοιπόν συζήτηση γύρω από την προσωπική διαφορά και το «ειδικό
μισθολόγιο θα πρέπει να κινηθεί σε διαφορετικούς «άξονες», όπως :
1) Βελτίωση της εικόνας των υπηρεσιών μας προς τον πολίτη

 
 

3
2) Βελτίωση της Διαφάνειας (επισήμως η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση στην
Ευρώπη), που ενισχύει την ανάπτυξη και δημιουργεί συνθήκες καλύτερων αμοιβών.
3) Ουσιαστική και δίκαιη φορολογική πολιτική ( την οποία εφαρμόζουν κυρίως οι υπάλληλοι της
ΑΑΔΕ), από την οποία επίσης προκύπτουν καλύτεροι όροι για όλους τους πολίτες
4) Μείωση φαινομένων τύπου “voucher” που αποδυναμώνουν τις οικονομικές δυνατότητες της
χώρας χωρίς αναπτυξιακό αντίκρισμα.
5) Στην απογοήτευση των συναδέλφων όταν οι ικανότητες και η εμπειρία που διαθέτουν δεν
μπορούν να συνεισφέρουν στους κοινούς στόχους που έχουν διοίκηση-κοινωνία-εργαζόμενοι για
τη βελτίωση των φορολογικών πολιτικών, τη μείωση της πολυνομίας, της δικαστικής
πολυπλοκότητας, διαφάνειας κλπ.
Αυτοί οι στόχοι και οι πολιτικές μπορούν να υπόκεινται μάλιστα σε μια διαρκή διαδικασία
βελτίωσης, στην οποία θα συμβάλλει με καθοριστικό τρόπο και ο επανασχεδιασμός/οι
διορθώσεις μέσω της ανατροφοδότησης που μπορούν να παρέχουν οι εργαζόμενοι και τα όργανα
εκπροσώπησής τους. Προς το παρόν ωστόσο η δυνατότητα αυτή απλά δεν υφίσταται και οι
εργαζόμενοι αισθάνονται ότι εκτελούν διαταγές οι οποίες συχνά στερούνται λογικής και
σχεδιασμού, και αποφασίζονται από όργανα και επιτελείς οι οποίοι δεν έχουν συνεχή
αλληλεπίδραση με αυτούς που καλούνται να τις εφαρμόσουν.
Τονίζουμε για άλλη μία φορά τον νευραλγικό ρόλο που έχει ο κλάδος μας στην κοινωνία και
πως η εύρυθμη λειτουργία του αποτελεί προοπτική για καλύτερες οικονομικές συνθήκες για
όλους. Η όποια διαπραγμάτευση με την πολιτική εξουσία θα πρέπει να επιδιώκει ίσες αμοιβές και
απολαβές, που θα διασφαλίζουν και θα αξιοποιούν μαζί με ουσιαστικές βελτιώσεις στις
υπηρεσίες το πολύ υψηλό εργασιακό επίπεδο του κλάδου του κλάδου.